Μικροί στίχοι
Ετυμολογία: μσν. σταχώνω < μτγν. σταχώ (=δένω στάχυ)
shareΓεμίζω το δισάκι ή το σακί, πατώντας τα αντικείμενα
Οδηγώ τα γιδοπρόβατα σε μέρος σκιερό για να αναπαυθούν, ιδίως το μεσημέρι. Βρίσκω ησυχία. Κουρνιάζω
Περιφραγμένος, συνήθως με ξερολιθιές, υπαίθριος χώρος συγκέντρωσης αιγοπροβάτων για άρμεγμα, κούρεμα κ.τ.λ.
Ποσότητα (250 οκάδων) ελαιοκάρπου για έκθλιψη στο ελαιοτριβείο
Η συνέπεια στο λόγο κάποιου, φρόνηση
Ετυμολογία: ιταλ.
shareΕμποτίζω, στεγανοποιώ
μτφ. χορταίνω ή πίνω όσο δεν παίρνει άλλο
Ετυμολογία: ελνστ. σιτάριον υποκορ. του αρχ. σίτος
shareΚόσκινο με μεγάλες τρύπες για κοσκίνισμα του σιταριού για να βγει το σκύβαλο και η ήρα
Δύο μικροί, υφαντοί, μάλλινοι σάκοι, ενωμένοι στο επάνω μέρος, για τη μεταφορά ειδών. Το στάτς το έριχναν κρεμαστό από τη μια και από την άλλη μεριά του σαμαριού του ζώου και το γέμιζαν με είδη για μεταφορά.
Με μεγάλη ταχύτητα και βιασύνη
Μεγάλο τσαμπί σταφυλιού. Το βάζανε μέσα σε πετιμέζι ή κρασί για να διατηρηθεί και να το φάνε το χειμώνα
Το σημάδεμα του κορμού ενός δένδρου για να κοπεί σε ευθεία (το σημάδεμα γινόταν με μια κλωστή βουτηγμένη σε κόκκινο αλίπουδα)
Πρόβατα από ενός έως δύο ετών, όταν γεννήσουν. Προτόγεννα, δευτερόγεννα κ.ο.κ
Ο λεκές του ρούχου που δεν καθαρίζει αλλά και τα σημάδια στο πρόσωπο του ανθρώπου.
Αναγνωριστική χαραγή στο αυτί του προβάτου (σε σχήμα μισοφέγγαρου με το άνοιγμα προς τα μέσα)