Υπερυψωμένο χώμα ως σημείο χωρίσματος χωραφιού, Ακαλλιέργητο τμήμα ανάμεσα σε δυο χωράφια, Ανάχωμα σε αλώνι.
Ο ηλικιωμένος που έχει τη δυνατότητα να εξακολουθεί να περπατά νεανικά και γρήγορα.
Λουρίδα από ύφασμα που δένεται στον αφαλό του μωρού (για να μην πεταχτεί έξω).
Κουράζομαι, πονώ μετά από σήκωμα βάρους
Υφαλοκρηπίδα
Άτακτο παιδί, υπερκινητικό, τσόγλανος.
Το ανώριμο βαλανίδι που πέφτει μόνο του. (όμφαξ=αγουρίδα).
Ο άγουρος καρπός γενικώς.
Βιβλίο, φυλλάδα αλλά και το ξηρό φύλλο της βαλανιδιάς.
Ασκούπιστος τόπος (π.χ. αυλή κ.τ.λ.)
Λέγεται όταν ούτε το ένα πράγμα ή πρόσωπο ούτε το άλλο μας ικανοποιεί ή μας ταιριάζει.
Αχειραγώγητος, ανυπότακτος, απρόβλεπτος.