Μαλώνω κάποιον ή με κάποιον
Συναντώ κάποιον
Εκείνος που κάθεται χωρίς να μιλάει, με χαμηλό βλέμμα, ο φοβισμένος.
Κάθομαι χωρίς να μιλάω, με χαμηλό βλέμμα, μαζεύομαι
Μικροαντικείμενα του σπιτιού, μικροπράγματα, εργαλεία
Ετυμολογία: τουρκ.
shareΖόρι=βία, καταναγκασμός
Ετυμολογία: τουρκ. zimba = εργαλείο που τρυπά μέταλλα ή σπρώχνει κεφάλια καρφιών που εξέχουν
shareμικρό βοηθητικό εργαλείο του χεριού που το χτυπούμε με το σφυρί πάνω σε μια επιφάνεια για να την τρυπήσουμε
μτφ. άτομο κοντού αναστήματος, κοντοστούπης
Ετυμολογία: τουρκ. zorbalık = βιαιοπραγία, τραμπουκισμός
shareΠαίρνω κάτι με την ‘παλικαριά' μου, με το έτσι θέλω
Ετυμολογία: τουρκ. zurna
shareυποκορ.της λ. ζουρνάς (λαϊκό μουσικό πνευστό όργανο)
Η στάθμη = νήμα με βαρίδι στο κάτω άκρο, το αλφάδι των οικοδόπων.