Βρέθηκε το λήμμα
ξουρθώνου
  1. Κάνω, ασχολούμαι με κάτι -Τι ξουρθών'ς; = με τι ασχολείσαι;

  2. Επιδιώκω να πετύχω μια δουλειά, διεκπεραιώνω, κατορθώνω, καταφέρνω

    • -Φουβάσι μπάτσι ε τα ξουρθώις'; = με την έννοια ότι είσαι τόσο ικανός που τελικά θα τα καταφέρεις (στην ουσία μην φοβάσαι, θα τα καταφέρεις)