Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: ξε + λάκκος
Ανοίγω λάκκο γύρω από τον κορμό του δένδρου, για να διευκολύνω την απορρόφηση του νερού