Βρέθηκε το λήμμα
ξ'λουφάς (ι)
  1. Σιδερένια λίμα τσαγκάρηδων για να «τρώνε» τις ξύλινες πρόκες που περνούσαν μέσα στο παπούτσι

  2. Εργαλείο ξυλουργών που τρίβει (τρώει) το ξύλο.