Βρέθηκε το λήμμα
βρουντώ
  • Χτυπώ δυνατά, κάνω θόρυβο

    • -Βρόντουμ' μια ώρα κ' ξώπουρτα μ' σεις έχ'τι φαίνιτι λακιρντί. Ντα λέτι;

    • -Άι βρουντούτι σεις = συνεχίστε εσείς. Λέγεται όταν κάποιος ετοιμάζεται να φύγει (πχ από γλέντι που γίνεται και προτρέπει τους άλλους να συνεχίσουν).
Σχετικές λέξεις
βρουντουλουγώ