Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Σκέπτομαι στενόχωρα, ενοχλούμαι, έχω μπλέξει σε στενόχωρες φροντίδες