Βρέθηκε το λήμμα
τσιλίκ' - τσιμάκ'

Ετυμολογία: τουρκ. çelık

  • Παιδικό παιχνίδι με ξυλαράκια (με το μεγάλο ξύλο χτυπάς το μικρό, αφού το κάνεις να αναπηδήσει)