Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. çarpmak = αποκρούω
Αντιδρώ, δεν αποδέχομαι κάτι