Βρέθηκε το λήμμα
τσ'λιά (η)
  • Κοιλιά

    • Φρ: Ψέματα μαγειρεύγ'ς η τσ'λιά σ' του βρίσκ'

    • Φρ: Μη λες όκ' ανιβάζ' η τσ'λιά σ' = ό,τι σου κατέβει
Σχετικές λέξεις
τσλιά (η)