Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Κυδώνι (καρπός του δένδρου της κυδωνιάς)
Δίθυρο μαλάκιο της θάλασσας γνωστό ως αχηβάδα