Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. tezgâh = πάγκος - αργαλειός
Ο καλυμμένος με μάρμαρο πάγκος του καφενείου που περικλείει τον χώρο που λειτουργεί ο καφετζής, μπουφές
Ετυμολογία: τουρκ. tesyak