Βρέθηκε το λήμμα
τινικές (ι)

Ετυμολογία: τουρκ.

  • μτφ. άνθρωπος μηδαμινός - τιποτένιος

    • -Τινικές ξιγάνουτους (μτφ. άνθρωπος άχρηστος)