Βρέθηκε το λήμμα
ταμπάν' (του)

Ετυμολογία: τουρκ. taban = επίπεδο

  • Επίπεδο-ίσιο έδαφος (βλ. και λ. «νταμπάνα»)

    • -Ταμπάν' χουράφ'