Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Τρομάζω, φοβούμαι, βλέπω σκιές ανύπαρκτων ανθρώπων (από το φόβο μου)