Βρέθηκε το λήμμα
στσιάχτρου
  1. Ομοίωμα ανθρώπου που κρεμάνε οι αγρότες σε επίκαιρα σημεία του κτήματος με σκοπό να φοβίσουν τα πουλιά για να μην τρώνε την παραγωγή τους

  2. μτφ. Άσχημος

    • -Ω Παναγιά μ', φκή ήντου ένα στσιάχτρου!