Βρέθηκε το λήμμα
σπίκ' (του)
  • Σπίτι

    • -Λόγιαζι Γιάνν' του σπίκι σ' τσι κι γ'ναίκα σ', τρώγι ψουμέλ' ντόπιου τσι άσι τσ' άσπρις πίτις