Βρέθηκε το λήμμα
σουβαγκίζου

Ετυμολογία: τουρκ. sivamak = καλύπτω την επιφάνεια ενός τοίχου με σοβά

  • Αλείφω-επιχρίω τοίχο με ασβεστοκονίαμα