Βρέθηκε το λήμμα
σουτρόπ' (του)
  • Ξύλο μεγάλο και μακρύ που μπαίνει σ' όλο το μήκος απ' το εσωτερικό της καρίνας του πλεούμενου για να «δέσει» τις «στρώσεις»