Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. = «για νερό», από το sulamak = ποτίζω
Ανάπαυλα εργαζομένων, διάλειμμα για ξεκούραση