Βρέθηκε το λήμμα
σουφράς (ι)

Ετυμολογία: τουρκ. sofra

  • Στρογγυλό χαμηλό τραπέζι φαγητού, γύρω απ' το οποίο καθόταν καταγής τα μέλη της οικογένειας για φαγητό