Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Κάνω θόρυβο, σκαλίζω κάτι με θόρυβο, ασχολούμαι με πονηρά και κρυφά πράγματα.