Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Κοφτερό εργαλείο με το οποίο οι πεταλωτές έκοβαν τις οπλές των ζώων πριν το πετάλωμα.