Βρέθηκε το λήμμα
σαϊμπάσια (τα)
  • Διάδρομοι ανάμεσα σε σειρές από καπνό.

    • -Πα στα σαϊμπάσια φτεύγαμι ντουματιές ξιρικιές, τ'ς «μουσκλούδις» που λέγαμι