Βρέθηκε το λήμμα
σαχτατζίζου (ρ)
  • Κινούμαι χοροπηδώντας (βγάζοντας τα «άντερα» του αναβάτη) δηλ. δεν είμαι ραφάνκου (βλ. λ.) άλογο