Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. orman = πυκνό δάσος
Πυκνόφυτη περιοχή, αδιαπέραστη λόγω πυκνής βλάστησης