Βρέθηκε το λήμμα
ρακέλ' (του)
  • Ουζάκι.

    • -Γω ρακέλι μ' αγαπώσι, συ γιακί μι πας κοίχου - κοίχου; (από το μεθύσι πάει τοίχο - τοίχο για να μην πέσει κάτω)