Βρέθηκε το λήμμα
ρ'μάδ' (του)
  • Ρημάδι (ό,τι ρημάχτηκε, λεηλατήθηκε, καταστράφηκε. Ερείπιο, χάλασμα)

    • -Ντα ώρα δείχν' του ρ'μάδι σ'; = το ρημάδι σου δηλ. το παλιορολόι σου