Βρέθηκε το λήμμα
πστάδ (το)
  1. Πολύ ώριμο σύκο έτοιμο να πέσει από τη συκιά

  2. μτφ. Κατάσταση εξάντλησης, εξουθένωσης

    • -Πστάδ γίνκα απ' κη πουλύ κη δ'λειά!