Βρέθηκε το λήμμα
ψόφους (ι)
  1. Θάνατος

  2. Το πολύ δυνατό κρύο

    • -Ψόφου κάν' σήμιρα!

    • -Ψόφους έπισι στ'ς όρν'θις