Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: μσν. πόδωμα (= βάση, δάπεδο)
Πεζούλα σε επικλινές έδαφος χωραφιού για να συγκρατούνται τα χώματα και τα δένδρα, κυρίως οι ελιές