Βρέθηκε το λήμμα
ποθεμό
  • Λέγεται για κάτι που έχει τέτοια αξία που δεν το αφήνω ποτέ απ' το χέρι μου.

    • -Ποθεμό ε τόχου = Δεν πρόκειται να το αφήσω, να το παρατήσω