Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Φυτό που φύεται το καλοκαίρι στα καλλιεργημένα κτήματα. Μ' αυτό ταΐζουν τα θρεφτάρια (αρνιά). Είναι αναρριχόμενο και περιπλέκεται σε άλλα σκληρά χόρτα. Λέγεται και περικοκλάδα