Βρέθηκε το λήμμα
πατλαντζίκ (του)

Ετυμολογία: τουρκ. patlançık

  • Παιδικό παιχνίδι. Κλαδί από ζαμπούκο του οποίου κούφαιναν το εσωτερικό και με ένα άλλο ξύλο, στερεό, του ίδιου πάχους με την τρύπα, βάζανε μέσα στουπί βρεγμένο και το πετούσανε πάνω στο άλλο παιδί