Βρέθηκε το λήμμα
π'ταρί (του)
  • Τεμάχιο χαλβά (τον πουλούσανε στα πανηγύρια σε στρογγυλά μικρά κομμάτια)

    • -Έ μπάρμπα, δώμ' ένα π'ταρί χαλβά
Σχετικές λέξεις
πταρέλια