Βρέθηκε το λήμμα
ντουναλμάς

Ετυμολογία: τουρκ. donanma = στόλος, δημόσιος πανηγυρισμός, φωταψία

  • Κάτι ιδιαίτερο, κάτι ξεχωριστό αλλά και ανακατωσούρα

    • -Ντουναλμάς έγινι = έγινε κάτι ιδιαίτερο, κάτι ξεχωριστό (πχ σε γάμο κ.τ.λ.)