Βρέθηκε το λήμμα
ντουλάπ' (του)

Ετυμολογία: τουρκ.

  • Σύστημα άντλησης νερού από πηγάδι. Αλυσιδωτά δεμένοι κουβάδες (κ'βαδέλια) ανεβοκατέβαιναν με τροχαλία και έριχναν (άδειαζαν) το νερό σε ένα αυλάκι για να ποτίζονται τα μπαχτσ'αβαν'κά. Το ντουλάπ' το γύριζε ένα άλογο