Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. edepsız = ανάγωγος
Ο δύστροπος, ο γρουσούζης, ο ανάποδος άνθρωπος