Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. deli = τρελός
Παλαβός Μάρτης (λόγω αστάθειας του καιρού)