Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. dalga
Μεγάλη επιθυμία, πόθος, μεράκι
Ποσότητα θαλασσινού νερού που πίνεται ακούσια από κολυμβητή
Κύμα