Βρέθηκε το λήμμα
νιρουφίδα (η)
  • Το φίδι που ζει μέσα στο νερό, το νερόφιδο

    • -Σα νιρουφίδα κατιβάζ' του πιουτό (για άνθρωπο που πίνει πολύ)