Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Μικρό παιδί (που ακόμα τρέχουν οι μύξες του)
μτφ. Πρόσωπο που σιχαίνεται κανείς να βλέπει ή να συναναστρέφεται.