Βρέθηκε το λήμμα
μπούτσους (ι) ή μπούτσα (η)

Ετυμολογία: σλαβ. butsa (= εξόγκωμα) ή αρχ. πόσθη (= το δέρμα που καλύπτει τη βάλανο (= κεφαλή) του πέους > πούτσα

  • Πέος