Βρέθηκε το λήμμα
μπουρμάς (ι)

Ετυμολογία: τουρκ.

  1. Κρουνός, βρύση, ποτιστήρι

  2. Εξωμότης χριστιανός

  3. μτφ. δειλός, ανίκανος, ξευτιλισμένος, ανόητος