Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: μσν. μποδουκλώνομαι < μπεδικλώνομαι, πεδικλώνομαι
Μπερδεύομαι, σκοντάφτω και πέφτω