Βρέθηκε το λήμμα
μπούνια (τα)

Ετυμολογία: βενετ. bugna = τρύπες στα πλευρά του πλοίου για εκροή των νερών

  • Το πάνω μέρος, κάτι που είναι γεμάτο μέχρι πάνω (κυρίως επί σκαφών)

    • -Του καΐκ ήντου γιμάτου μι καρπούζια, ίσαμι τα μπούνια