Βρέθηκε το λήμμα
μπιρδές (ι)

Ετυμολογία: τουρκ. perde

  • Είδος κουρτίνας για παράθυρα και ανοιχτές ντουλάπες, μισάντρα (βλ. λ.)

    • - Ήντου κρυμμένους τσι λόγιαζι πίσου απ' του μπιρδέ