Βρέθηκε το λήμμα
μπιμπέτς' (του)
  • Έντομο, μικρό ζωύφιο

    • -Γέμσι ι κόσμους μπιμπέτσια.

    • -Κακό μπιμπέτσ' μι δάγκασι!