Βρέθηκε το λήμμα
μπιλέμ (άκλ.)

Ετυμολογία: τουρκ. bile

  • Και βάλε

    • -Πόσου μπε τ' αγόρασις; Ένα δικάρ';

    • -Μπιλέμ!